Για την γιορτή της γυναίκας....

Η Ελένη, γέννησε δέκα παιδιά. Πέντε αγόρια και πέντε κορίτσια. Ο άντρας της, ο Βασίλης, πέθανε από ανακοπή καρδιάς, λίγα χρόνια μετά την γέννηση του τελευταίου παιδιού της οικογένειας. Και την άφησε ολομόναχη, να ταϊσει, να μεγαλώσει, να στηρίξει, να διαπαιδαγωγήσει, να αναστήσει δέκα μικρά "τερατάκια".

Μοδίστρα στα νιάτα της, προσπάθησε να κάνει ό,τι προλάβαινε με μία μικρή ραπτομηχανή στο σπίτι. Ένα στρίφωμα, ένα σπασμένο φερμουάρ, καμιά κουρτίνα... Ό,τι θα βοηθούσε για να μπει άλλο ένα πιάτο στο τραπέζι.

Στήριζε ακόμη η Ελληνική πολιτεία τις πολύτεκνες οικογένειες εκείνα τα χρόνια, έδινε επιδόματα, τρόφιμα, παροχές, ενθαρρύνοντας την επιλογή τους να γεννήσουν πολλά παιδιά, να βάλουν ένα λιθαράκι στο να μην αφανιστεί η φυλή μας λόγω υπογεννητικότητας...

Αλλά με δέκα στόματα, η ζωή ήταν δύσκοληΔύο ταψιά με γεμιστά και τρεις φρατζόλες ψωμί χρειαζόταν η Ελένη κάθε μέρα για να τα ταϊσει. Τα αγόρια πεινούσαν, έτρωγαν από πέντε ντομάτες στην καθισιά τους, μα το μεγάλο ζόρι ξεκινούσε κάθε φορά που έπρεπε να μπει πλυντήριο. Πού να τα πλύνεις, πού να τα απλώσεις, πού να τα στεγνώσεις τόσα σεντόνια, τόσες πετσέτες, τόσα ρούχα;, αναρωτιόντουσαν οι γειτόνισσες.


Μεγαλώνοντας, τα παιδιά είχαν απαιτήσεις. Και απορίες. Που στην εφηβεία τους έγιναν σκληρές. Δεν καταλάβαιναν γιατί η δική τους οικογένεια δεν μπορούσε να έχει όσα οι άλλες θεωρούσαν αυτονόητα. Τα μικρότερα λαχταρούσαν να φορέσουν ένα καινούργιο ρούχο. Που να μην ήταν ήδη φορεμένο από τα μεγαλύτερα αδέλφια τους. Που να μην το 'χει χαρίσει η γειτονιά. Από φιλανθρωπία. Ή και από οίκτο...

Μα η Ελένη, δεν καταλάβαινε από δυσκολίες. Στεκόταν βράχος αλύγιστος στα παιδιά της, τα παρακολουθούσε σαν κέρβερος, με μία και μόνη έννοια στο κεφάλι της: να γίνουν καλοί άνθρωποι

Να μην παρασυρθούν. Να μην ξεφύγουν. Να μην κάνουν κακίες. Να στηρίζουν ο ένας τον άλλον. 

Αυτό την ένοιαζε. Όχι το μπαλωμένο ρούχο. Ούτε το τρύπιο παπούτσι. Μόνο αυτό...

Ήξερε μέσα της, πως αν ζούσε ο πατέρας τους όλα θα ήταν διαφορετικά. Ίσως κάποια από τα δέκα, όσα αγαπούσαν τα γράμματα, να κατάφερναν ακόμη και να σπουδάσουν. Όμως δεν βαρυγκομούσε. Δεν τα 'βαζε με τον Θεό. Πώς θα μπορούσε, άλλωστε; Ένιωθε ευλογημένη...

Τα χρόνια πέρασαν, η υγεία της κλονίστηκε, οι δέκα εγκυμοσύνες, οι δέκα γέννες, οι κακουχίες, άφησαν τα σημάδια τους στο κορμί της. 

Μα ούτε και τότε βαρυγκόμησε. Ήταν περήφανη! Τα είχε καταφέρει. Είχε μεγαλώσει καλά παιδιά

Που τα έβλεπε να παλεύουν σκληρά για την επιβίωση, να κάνουν τις δικές τους οικογένειες, τα δικά τους σπίτια, αλλά να μην ξεχνούν ποτέ εκείνη. Την μάνα. Τον πυρήνα της ζωής τους ολόκληρης.

Έτσι περήφανη κι ευτυχισμένη έφυγε η Ελένη από τη ζωή, πριν από λίγο καιρό... Αφήνοντας πίσω της καλά παιδιά κι εγγόνια.

Σήμερα, Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, αισθάνθηκα την ανάγκη να να σας την συστήσω. Χωρίς συναισθηματικές υπερβολές και περιττές λεπτομέρειες. Όπως αληθινά ήταν...

Δεν ξέρω τι συμβαίνει στις άλλες χώρες, μα στον δικό μας τόπο, συνεχίζουν ευτυχώς να υπάρχουν μάνες-Ελένες. Που μεγαλώνουν ένα ή πολλά παιδιά, με αγάπη, περηφάνια, αξιοπρέπεια, αυταπάρνηση, θυσίες... Κι εμένα, μου δίνει ελπίδα αυτό...

Μαρία Παναγοπούλου
thisismarias.blogspot.gr

Comments